Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018

Χρόνος

Το σώμα μου είναι μια ξύλινη καλυβα
στη μέση του δάσους, δεν είναι κάτι μεγαλοπρεπές
όχι δεν είναι
τριγύρω έφτιαξα τάφρους βαθιές
από πορφυρή αλκοόλη,
από τις καμινάδες βγαίνει καπνός από ταμπάκο
στις σωληνώσεις ρέει σκουριά με σερτραλίνη
ο μόνος ένοικος περιφέρεται από δωμάτιο σε δωμάτιο ,
Εξάσκηση, διάβασμα, χάος,
περισυλλογή, παράνοια, έκσταση
Δέος
τα βασικά δηλαδή
τίποτα το μεγαλοπρεπές
πότε πότε οι μεγαλοπρεπεις πύλες ανοίγουν με τη θέληση του ενοίκου
ή χωρίς
και η καλυβα φιλοξενεί άλλο έναν ή δύο ή και τρεις μουσαφιρηδες
αγάπη μονάχα και μουσικές και τραπέζια
δεν υπάρχει πλέον χωρος για τα μικρά
το σπίτι μου άντεξε τυφώνες, σεισμούς, πυρκαγιές
ακόμα και φρίκες του ενοίκου
κάτι ακραία βράδια με τσεκούρι και συγγνώμες
Το σπίτι μου έχει μπαλώματα, σκόρους, τρύπες
μπάζει από παντού
Γαμώ το σπίτι μου
υπάρχει ένα πλάσμα που δεν είναι πλάσμα
δεν με έχει ανάγκη αλλά με έχει
δεν τρέφεται αλλά είναι αδοιφάγο αρπακτικό
Στις άκρες των νυχιών του έχει σκλήθρες
και δεν του έχω κάνει κάτι
του καριόλη
Δε νιώθει από τάφρους,
δεν τον ενδιαφέρει αν έχω μουσαφίρηδες
αν κρατάω τσεκούρι,
στους πόσους βαθμούς απόγνωσης
καίγομαι στο τζάκι μου
καραδοκεί μονίμως από έξω
Κοιτά απ'τα παράθυρα και ξύνει τους τοίχους
Ο μέγας γκρεμιστής
Χαμογελάει και ξύνει
κάποτε ο θόρυβός του με αποσπούσε
η ακαθόριστη όψη του με τρόμαζε
εμπόδιζε το φως να μπει από τα παράθυρα
μα όχι πια
όσο ο ένοικος ανθίζει
η καλύβα σαπίζει
και απλά έτσι έχουν τα πράγματα.
Καλώς ήρθατε στο φτωχικό μου,
τί να προσφέρω;
Τίποτα το μεγαλοπρεπές
Τα βασικά.

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

Το δικό μου εδώ

-Τί έχεις;
-Όλους τους λόγους του κόσμου να τα παρατήσω
-Θα το κάνεις;
-Δεν ξέρω
-Ποιά η σχέση σου με τον θάνατο;
-Εγώ τον εφηύρα
-Ό, τι θες είμαι εδώ
[Το δικό σου εδώ είναι δύο κρεβάτια μακριά και νά, ξέρεις, 

ξημέρωσε Νοέμβρης
μηνάς αγώνων δηλαδή
με έναν ήλιο που μου τρυπάει τα κόκκαλα
με ράμματα στον λαιμό
όσο περνούν οι μέρες
λυγίζω
πρέπει να ετοιμάσω τα πράγματα
για το χημείο
να χαϊδέψω τις φλέβες μου
να μου φερθούν καλά
να δακρύσω και να κρατήσω
στη μνήμη μου
τη δροσοσταλίδα στα βλέφαρα μου
πράγματα δεδομένα για τους άλλους
γαμημένα για μένα
να μπω στο ψυγείο
και να με ξεχάσω εκεί
γιατί θα με βομβαρδίσουν με ναπάλμ
Νοέμβρης είπαμε μήνας αγώνων]
Θα τον τσακίσεις πάλι, δε σε φοβάμαι
-Θα τον τσακίσω πάλι αυτό φοβάμαι
-Αλήθεια τώρα, τί έχεις;
-Τίποτα.

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Ο παππούς μου ο Σπόρος

Ήταν το χρώμα που οι βουκαμβίλιες πότιζαν τις ίριδες μου κάτι Κυριακές πρωινά
στο πατρικό μου σπίτι, ο παππούς με τις ιστορίες από την κατοχή και τον εμφύλιο, 
με το ουζάκι του και τον μονό ελληνικό του, πάντα ατσαλάκωτος 
με το αυστηρό μουστάκι του 
και μάτια πιο τυρκουάζ από τα πιο όμορφα νερά της Κέρκυρας.
Κουβαλούσε πάντα ένα χτενάκι στο πέτο του 
και ένα μπλοκακι που έγραφε στίχους ο παππούς Σπύρος,
ήταν κηπουρός, αγαπούσε τα τριαντάφυλλα , τα ρεμπέτικα, τον Καζαντζάκη και τον Τρότσκι.
Ήταν κοντός και με βλοσυρή φυσιογνωμια ,
κάθε ρυάκι στο πρόσωπο του μια ιστορία κάθε ρόζος στα δάχτυλα του 
η απόδειξη ότι ήταν χειροτέχνης του χώματος.
Ο προπάππους μου βιολιστής στην Κέρκυρα και πότης 
τον προόριζε για μουσικό, αλλά ο παππούς είχε αλλά σχέδια, 
άλλα τα έκανε, αλλά όχι και ήταν εκείνες οι Κυριακές σα παιδί, 
που καθόμουν οκλαδόν πλάι του και άκουγα, φίλτραρα ,απορούσα, μάθαινα.
Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να καταλάβω τη σοφία που κουβαλούσε ένας γέροντας 
ακαδημαϊκά αγράμματος αλλά με παιδεία και ακόμα δεν ξέρω αν έχω καταλάβει καν τα μισα.
Ένα μεξικάνικο ρητό λέει ότι οι άνθρωποι πεθαίνουμε τρεις φορές : 
την πρώτη όταν συνειδητοποιούμε ότι έχουμε ημερομηνία λήξης, 
τη δεύτερη με το φυσικό θανατό μας 
και την τρίτη όταν κάποιος πει για τελευταία φορά το όνομα μας.
Σπύρο δεν έχει έρθει αυτή η τρίτη φορά, ζεις ακόμα, 
στον τρόπο που αντιλαμβάνομαι το χώμα, την ομορφιά των ανθών 
και τη χρησιμότητα των αγκαθιών. 
Απλά να, είδα κάτι βουκαμβίλιες και το μυαλό ξέρεις ταξιδεύει με περίεργους τρόπους.
Έχω πια τις δικιές μου ιστορίες, ρόζους στο στήθος, 
αγκάθια για άγγιγμα κάποιες φορές, θα στα εξηγούσα ένα κυριακάτικο πρωινό με ένα ουζάκι, 
Μπιθικώτση και για τελος κάνα απόσπασμα από αδερφοφάδες.
Μα ίσως να είναι καλύτερα έτσι, εσύ παππούς, εγώ εγγόνι ενός σοφού,
που έριχνε σπόρους ενώ γνώριζε ότι δε θα προλαβει να γευτεί τους καρπούς τους.
Και αυτό από μόνο του είναι ίσως ό, τι χρειάζεται να θυμάμαι από σένα, τίποτα άλλο.

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

Παιχνίδια απο Άμμο

Χάρτινες σαΐτες οι χαμοί
που ξεχάστηκαν σε ένα συρτάρι
και δεν έκαναν ποτέ το παρθενικό
ταξίδι
Πετάξτε
κόκκινες κλωστές οι προσδοκίες
και μείς χρυσόμυγες
ιριδίζοντα σκαθάρια
δηλαδή
Που κόβουν κύκλους κύκλους
μα πετάξτε
δύο τέλειοι κύκλοι
δίπλα δίπλα
φέρνουν τ' άπειρο
μα τις χρυσόμυγες κανείς δεν αγάπησε
τους κύκλους πολλοί
είναι αυτό το δεύτερο συνθετικό
που όλο το χρυσάφι του κόσμου
δεν το σώζει
ακόμα και αυτό που αναπαύεται
σε ένα σπιρτόκουτο
με λίγη ζάχαρη
και παιδική αφέλεια
Ξύλινες σβούρες οι καρδιές
στροβιλίζονται αενάως
δεν είναι σειρά σου να παίξεις
σε αυτό το παιχνίδι
δεν παίζει κανείς
ίσως συγχρονιστούν οι ρυθμοί που
τα στήθια μας γίνονται χαλκομανία
αλλά μέχρι εκεί
Γυάλινοι βόλοι οι οδηγίες μας
σαφείς
κύλα, συγκρούσου, ράγισε
αθόρυβα πάνω στο κράσπεδο
κάλυψε
όλες τις διαδρομές
πριν φθαρείς
σφεντόνες τα χείλη μας
στοχεύουν
αλλά χείλη
σε ένα κυνήγι με βόλι
την πιο ζεστή ανάσα
Όλα τα παιχνίδια μας
κάπως μάς προετοίμασαν
για αυτό που ακολουθεί
μα αυτό που ακολουθεί
δεν είναι παιχνίδι
παίζω όμως
παίζω
και ας έχω χάσει

προ πολλού

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Φρηκσόου

Περάστε να δείτε τον κύριο
χωρίς χέρια
εμπιστευτείτε την καρδιά σας
σε χέρια που τρέμουν
και φανταστείτε
πόσες καρδιές κουβάλησε
μέχρι να του κοπούν
θαυμάστε θαυμάστε
κοπιάστε
το νέο μας απόκτημα
ο άνθρωπος ελέφαντας
διακόσια πενήντα κιλά αγνού λίπους
που δεν πονά
Στην είσοδο μοιράζουν μαχαίρια
κόψτε και φάτε
μα μην το παρακάνετε
και γίνετε σαν αυτόν
πλαντάξτε
στο κλάμα με το μπεμπέ το μαύρο
μετρηστε τις μύγες
που το γυροφέρνουν
Αρπακτικά πλαντάξτε
και κερδιστε ένα μπλέντερ
στην έξοδο θα μοιραστεί
ψυχοκοκτέιλ του νικητή με
έξτρα πάγο
Περάστε περάστε
κατευθείαν από την Πέμπτη λεωφόρο
Ο άνθρωπος Δευτέρα
μοιράστε Γκόλντεν πιστωτικές
και χτίστε του ένα φέρετρο
από επίχρυσες
ψευδαισθήσεις
για να βολευτεί
περάστε περάστε
στα δεξιά σας
ο Μαθουσάλας φλουοξετίνη
ενενήντα έξι χειμώνες
χάπια για πρωινό,κολατσιό κυρίως γεύμα και
πικρό παρακαλώ
Ω η γυναίκα ΙΚΕΑ στο πλάι σας
συναρμολογείστε τη σύντροφο
των ονείρων σας
ποικιλία βυζιών, αναλογιών,χρωματολόγια
έξτρα χαρακτηριστικά
Σίγαση ή βιασμός
σινε
χυστε πιο πέρα
δε συνέλαβε
χαμός
Περάστε περάστε
ξοδευτε στιγμές
χαλάει το σήμα
και τη ζωή σας
χάστε
ο τελευταίος μαλάκας
να βγάλει την πρίζα
μα περάστε σας λέω
δε γίνεται αλλιώς

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018

Θέατρο Σκιών

Περπατούσα σε ένα δρόμο
στρωμένο με ριζόχαρτο
κάτω απ' τις πατούσες μου
παιζόταν ένα θέατρο σκιών
έψαξα να βρω τη πηγή του φωτός
μα αντικρυζα μόνο λασπόνερα
χωμάτινες οι μαριονέτες
δίχως παίχτη
βλάσταιναν κάτω από τον ιδρώτα των πελμάτων μου
νέους ρόλους
φταίχτες και θύματα
Τι και αν περπατούσα ανάλαφρα
παντου τριγύρω
Πότες και ποιήματα
μα εγώ εκεί
με διάφανα βήματα
σαν πανω σε φτερά
λιβελούλας γριάς
μα έβρισκε πάντα χώρο
αυτή η ρουφιάνα η σκόνη
να δραπετεύει απ'τα σκισήματα
να γίνεται ομίχλη σκούρα
στα μάτια καρφίτσες
στα αυτιά αμμοθύελλα
και κάπου εκεί
εγώ ακίνητος να συνειδητοποιώ
Πως σπατάλησα μια
ολόκληρη σιωπή
μην τυχόν και ξυπνήσω
τις χωμάτινες κούκλες στο διάβα μου
αυτές τις ίδιες που
που απο πάντα
με κράταγε ξάγρυπνο
το βάρος της ευθύνης τους.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

Ωμόνοια

Θα'πρεπε να μοιράζουν
εγχειρίδια ανθρωπιάς
στα χοιρίδια που λέγονται άνθρωποι
όχι πως εχω κάτι με
τα γουρουνάκια
ένοχος βέβαια γιατί ακόμα τα τρώω
μα σκέφτομαι να σταματήσω
αυτήν την άθλια συνήθεια
και να ξεκινήσω να τρώω ανθρώπους
Θα'πρεπε να διψάμε για λιγότερο αίμα
μα θέλουμε το κόκκινο
να χρωματίζει τις σκιές μας
απομεινάρια ανθρωπιάς
περιφερόμαστε νεκροζώντανοι
ανάμεσα σε ήδη νεκρούς
και αυτό κάποιοι το ονομάζουν
κοινωνία
Ζούμε τις τελευταίες μέρες
της Πομπηίας
στον εικοστό πρώτο αιώνα
σε μια λούπα η ιστορία
μια κούπα σκουλήκια
μας περιμένει όλους
κάτω από το χώμα
αργά η γρήγορα όλοι
θα χωνευτούμε στο στομάχι
της ανυπαρξίας
ευτυχώς
Θα'πρεπε οι φλογισμένοι
να κόψουμε τις φλέβες μας
σε μια ομαδική αυτοκτονία
να κάτσουμε κάπου ψηλά
με κρασί και οργή
και να βλέπουμε αυτόν
τον άθλιο κόσμο
να αποτεφρώνεται από τη λάβα
που θα κυλά από τις φλέβες μας
Μα ούτε αυτό δε θα κάνουμε
όπως κι'αλλα πολλά
το τέρας χορτάτο μας συνήθισε
Ωμά
ποιος κόβει ξύλα τώρα
να ανάψουμε μια μεγάλη φωτιά
κάνει ψοφόκρυο
και το κοριτσάκι με τα σπίρτα
έχει πεθάνει
προ πολλού.

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

πειρατικό



Είχες λέει θάλασσα αντί για μαλλιά
και σε κάθε φύσημα του άερα
έβγαινα με μια μπανιέρα στα βαθιά
δεν υπηρχε τίποτα άλλο
μεθυσμένος στο πειρατικό μου
πολιορκούσα τα βράχια σου
και έμενα εκεί διψασμένος για μέρες
τρεφόμουν με φύκια
και κολυμπούσα γυμνός
στις μπούκλες σου
εσύ λουζόσουν με το φεγγάρι
εγώ πνιγμόμουν στη παλλίροια μου
και μου άρεσε
να σου φέρνω ξεβρασμένα
ψαροκόκκαλα
στις άμπωτες, για τιάρες
να ημερεύεις τα κύματα
στο μέτωπό σου το καθαρότερο
να ναυαγώ
τώρα είμαι αλάτι
στις πληγές μου
ουδέν νεώτερον
εξατμίζομαι
και η μπανιέρα μου
απλά ναυάγιο
στην τουαλέτα μου.

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Κρίμα είναι

Έχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
είμαστε οι προνομιούχοι του κόσμου
οι στυλοβάτες του Δυτικού πολιτισμού
με πρόσβαση σε παιδεία, ιατροφαρμκευτική περίθαλψη,
δικαίωμα στην εργασία, στέγαση, τροφή
για αυτό να μην παραπονιόμαστε
τί κλαις;
έχουμε όλοι τη ζωή μπροστά μας
σκληρή δουλειά σκληρή δουλειά
σκληρή δουλειά
ίσως δεν προσπαθούμε αρκετά
προς τί τόση αχαριστία
όταν υπάρχει αριστεία;


Έχουμε ολη τη ζωη μπροστά μας
να γεννηθούμε σε ένα μπουρδέλο
αγνές αμόλυντες ψυχές
να βυζάξουμε νευρωτικό γάλα
έχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
να μας κλείσουν σε μια επίχρυση γυάλα
να κολυμπάμε ανέμελα με ελεγχόμενο οξυγόνο
ενώ ο κόσμος τριγύρω συμβαίνει
ή να μας πετάξουν σε μια αρένα
και να πολεμάμε για ένα κομμάτι ψωμί
απο έξι χρονών από έξι ρε μαλάκες


Έχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
για ξύπνημα στις εφτά
σχολείο στις οχτώ
φατούρο στο διάλειμμα
κλάμα στις τουαλέτες
για το θείο δράμα στις έντεκα
πινέζα στην καρέκλα της θρησκευτικού
επιστροφή στο σπίτι
-“μαμα ο Γιωργάκης με είπε αδερφή”
-“Ας τον έδερνες”
ύστερα φαί στα γρήγορα
διάβασμα διάβασμα διάβασμα
αγγλικά στις έξι
ωδείο στις οχτώ
τα λέγκο παραπονεμένα στο πάτωμα


Έχουμε μια ολόκληρη ζωή μπροστά μας
για την χριστοπαναγία του πατέρα
όταν τα πατήσει
το παζλ στο κρεβάτι σκόρπιο
ένα κομμάτι λείπει
ο σκύλος βήχει
κοιτάς απο το παράθυρο βροχή
το παιδάκι στο φανάρι
δεν καταλαβαίνεις το γιατί
έχουμε μια ολόκληρη ζωη μπροστά μας

η ευθανασία στο Ρούντι για να μην πονάει
η Ελένη που δε με αγαπάει
joy division ,κρίνα και σπαθιά
γιατρέ τί έχει το παιδί
έχουμε μια ολόκληρη ζωή μπροστά μας
να διαγνωσθούμε με κατάθλιψη
διπολική, οριακή
τα ξυραφάκια έτοιμα στο μπάνιο
χαράζεσαι να τρέξει ένα δάκρυ
το χρειάζεσαι
και για το παιδάκι στο φανάρι
σιγά σιγά καταλαβαίνεις
 

έχουμε μια ολόκληρη ζωή μπροστά μας
Οι πρώτες συναυλίες,
οι πρώτες μπύρες ,τα τσιγάρα
τα μάυρα ρούχα, οι αλυσίδες
το πένθος ρε το φορτωθήκαμε εμείς
μάταια τόσο βάρος για μια προβολή
θυμάμαι κοροιδεύαμε
“εμείς ρε τις φοράμε για τα γούστα μας
εσάς σας τις φόρεσαν”
Η αποδόμηση


Εχουμε μια ολόκληρη ζωή μπροστά μας
"τον Τίμο ρε τον βρήκαν κρεμασμένο
σα χτες πίναμε μπύρες ,μα γιατι;"
έχουμε μια ολόκληρή μπροστά μας να πιούμε
να μουδιάσουμε για το χαμό των φίλων
για τον Μπάμπη τον τρελάκια
που κομματιάστηκε στις κόντρες
με τη γιαμάχα
για τον Νικόλα που τον είδαμε
να λιώνει απ’την πρέζα
“Από βδομάδα το κόβω ρε μαλάκες
από βδομάδα το κόβω”
και απο βδομάδα σε βδομάδα
τον έκοψε η ζωή
όλα μας παιδιά τρομαγμένα, φοβισμένα
νταήδες στους δρόμους με ανοιγμένα κεφάλια
Μπραχάμι,Πατήσια,Γκράβα
ευαίσθητα, παιδιά του χαμού , με αγάπη
με το χαμό στο βλέμμα μα
με αγάπη


είχαμε όλη τη ζωή μπροστά μας
και κάποιοι επιζήσαμε
ύστερα ιεκ, τει, πανεπιστήμια
χαθήκαν οι δρόμοι μας
πότε πότε στο τηλέφωνο μόνο
όλο και πιο αραιά
-ο Δήμος ρε έγινε χρυσαυγίτης
-Τι είναι αυτό ρε ;
-Ναζί, ρε μαλάκα που ζεις;
Σιωπή
-Κομοτηνή δεν τον στείλαν μετάθεση αυτόν;
Προδοσία γιατί ρε μαλάκα γιατί;
Ο Δήμος έχει ακόμα το βιβλίο μου του Οσκαρ Γουάιλντ
"Πάλι αδερφές διαβαζεις;"
μου είχε πει
είχα απορήσει που τον ήξερε
ειχα απορήσει που γνώριζε αυτήν την πληροφορία
μα πάνω απο όλα ειχα απορήσει
που στο τέλος της βόλτας μου ζήτησε το βιβλίο


Έχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
να χάσουμε τους φίλους μας
να τους αποκυρήξουμε
να μας καβατζώσουν τα βιβλία
να διαβάσουμε
να πιστέψουμε σε κάτι έξω από εμάς
να πάμε σε πορείες
να φάμε ξύλο, δακρυγόνα, κρατητήρια
ύστερα σπίτι ντελίβερυ
και μια μαλακία στα κρυφά
γιατί την έχουμε τη ζωη μπροστά μας
αυτή μας έχει πίσω της


Εχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
να μείνουμε άνεργοι
στα τριάντα με τους γονείς
φίλοι με μηχανάκια να καταπίνουν τη χολή τους
στη βροχή για τριακόσια ευρώ
όσοι και οι σπαρτιάτες στις θερμοπύλες
εθνική υπερηφ
άνοια
έχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
να μαυρίζουμε τα πνευμόνια μας
να καταπίνουμε βενζοδιαζεπίνες
αντιψυχωσικά, αντικαταθλιπτικά
να φέυγουμε το βράδυ κρυφά
να βρούμε κάβα να γίνουμε σκατά
και ύστερα άλλη μια μέρα
Ο.Α.Ε.Δ. λογαριασμοί τα δοντια σάπια
η Νικολέτα να ρίχνει το παιδί ,
τα κλάματα στο αεροδρόμιο
φέυγει ο Μιχαλάκης Φινλανδία
συγγνώμη Μίκυ που δε σε χώρεσε αυτη η χώρα
τώρα οδηγείς νταλίκες στα χιόνια
με έχεις ένα πιάτο φαί και αξιοπρέπεια


Εχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας
να πάθουμε καρκίνο
να τον νικήσουμε ή όχι
να μας σκοτώνουν σιγά-σιγά με ανάπτυξη
να κλαίμε κρυφά μην τυχόν και δεν φανούμε σκληροί
η Ελένη ακόμα δε με αγαπάει
μα έχουμε ολόκληρη ζωή μπροστά μας
και το κακό είναι ότι την έχουν
και οι δολοφόνοι μας
έχουν ονόματα και αυτοί
και είναι τρωτοί
βρήκα ένα λέγκο στη τσέπη μου πατέρα

έχουμε μια ολόκληρη ζωη μπροστά μας
να χτίσουμε κάστρα
είτε πολεμήσουμε είτε όχι
είτε κερδίσουμε είτε χάσουμε
αυτή εκεί, μπροστα μας
θα ξαναπάθουμε καρκίνο, μα δε γαμιέται
άλλοι ίσως ανεύρυσμα,
άλλοι ανακοπή
άλλοι στον κόσμο τους

Έχουμε μια ζωή να ζήσουμε
ας την αφήσουμε να μας γαμήσει κρίμα είναι.

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018

και τι;

Και τι σημαίνει μόνος δηλαδή
αν όχι να ακονίζεις καλά
τις νύχτες σου
να μπορείς να ξύσεις καλύτερα
τα υπολείμματα της ανάγκης


Και τι σημαίνει πόνος δηλαδή
αν όχι να μπορείς να ταιζεις
το σώμα σου τις προσδοκίες
που έγιναν
σαρκοφάγα αποδημητικά πουλιά


και τι σημαίνει χρόνος δηλαδή
αν δεν μπορείς να βρεiς 

την όαση στην άμμο της κλεψύδρας


Και τι στο διάολο πια σημαίνει θέλω
αν τόσα πρέπει
θήλασαν απ'το μαστό της φλόγας 

και τωρα έσβησε
Εσβησε
Γιατί έπρεπε


και τι σημαίνει πρέπει δηλαδή
αν όχι να βιάζεις κάθε γόνιμη σφαίρα 

που φύτρωνε στο μέτωπό σου


Και τι σημαίνει να σημαίνει κάτι
Ο, τιδήποτε
σε έναν κόσμο
που δε σημαίνει τίποτε.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

Το Αγόρι και το Τέρας


Ήταν κάποτε ένα Τέρας που κατοικουσε μέσα σε ένα Αγόρι, ή ένα Αγόρι που ζούσε μέσα σε ένα Τερας, αλλά αυτό δεν έχει και τόση σημασία,
Το Τέρας βρισκόταν σε χειμέρια νάρκη, αλλα μια ωράια νύχτα ξύπνησε και ζητούσε αίμα, το αίμα του Αγοριού. Το Αγόρι τρόμαξε νόμιζε ότι είχε δει εφιάλτη αλλά μόνο κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε καθώς δεν ξύπνησε ποτέ.
Και το Τέρας ζητούσε ζητούσε και το Αγόρι έκοβε ολόκληρα κομμάτια για να το ταΐζει.
Το αγόρι σύντομα κατάλαβε ότι με διάφορες ουσίες μπορεί να μουδιάζει το Τέρας ή ακόμα και να το βάζει για ύπνο. Αλλά αυτό αποδείχτηκε ακόμα χειρότερο, καθώς το Τέρας είχε εφιάλτες και κλωτσούσε, κλωτσούσε πολύ και ξύπναγε πιο δυνατό ή όταν συνερχόταν απ’το μούδιασμα τίναζε απο το απόκοσμο κεφάλι του την αδράνεια και πετσόκοβε ανελέητα.
Και περνάγαν τα χρόνια με μια άνιση μάχη και κανείς δεν έκανε πίσω, ώσπου μια μέρα φάνηκε εκείνη. Το Αγόρι την ερωτεύτηκε αμέσως .Ήταν η Πεντάμορφη.
Η Πεντάμορφη αγάπησε το Αγόρι και δεν την φόβιζε το Τέρας, αντιθέτως ήξερε απο τέρατα.
Και πέρναγαν τα χρόνια και το Τέρας ημέρευε και όλα φαίνονταν ωραία, αλλα μια μέρα η Πεντάμορφη έφυγε γιατί η ζωή δεν είναι ένα γαμημένο παραμύθι και το Τερας βρήκε ευκαιρία και επέστρεψε εξημερωμένο και πιο ύπουλο .
Το Αγόρι σκέφτηκε “κάτι πρέπει να κάνω” και αποφάσισε να επωφεληθεί απο το Τέρας.
“Θα φτιαξω Τερατίνη” δήλωσε αποφασισμένο και έπεσε αμέσως με τα μουτρα στη δουλειά.
Έφτιαξε φιαλίδια των 2ml των 5ml και των 10ml για τους πιο απαιτητικούς χρήστες.
Και ω τί έκπληξη η Τερατίνη είχε πέραση .
“Κύριε Αγόρι πόσο όμορφο είναι το Τερας σας πόσο υπέροχα με κάνει και νιώθω, εσείς κυρία μου το πάιρνετε σε κολλύριο ή ενέσιμο τί φανταστική δουλειά κάνει ο κυριος Αγόρι μας αλήθεια ;!”
και δώστου τα ωραία λόγια και οι διθύραμβοι, μάλιστα η ιδέα ήταν τόσο εξαίσια που απο το Αγόρι ζητηθηκε να εκθέσει το Τέρας σε γκαλερί ακόμα και να γράψει βιβλίο για αυτό.
Είχε τόση πέραση η Τερατίνη αλήθεια που το αγόρι είχε τρομάξει έπρεπε να επιστρατευτεί ότι τρόπους είχε για να κάνει το Τέρας να ξυπνάει πιο συχνά και αυτό το τρόμαζε μα ήταν πια ο Κύριος Αγόρι , είχε ένα κοινο και επιτέλους είχε βρει ένα σκοπό, πως θα τα παράταγε όλα έτσι;
Ένα βράδι ο Κύριος Αγόρι έκανε να κόψει λίγο απο το χέρι του να ματώσει, να παράξει Τερατίνη
και αυτό που είδε τον τρόμαξε πιο πολύ απο ο, τιδήποτε είχε ξαναδεί ως τότε.
Δεν υπήρχε σημείο ανέπαφο. “Να πα να γαμηθούν όλα” είπε ο Κύριος Αγόρι και από εκείνη τη στιγμή και μετά δε ξανασχολήθηκε με την Τερατίνη.
Το Αγόρι υπέφερε έπρεπε να βρει ένα τρόπο να κάνει αποσυμπίεση στο Τέρας μέσα του.
Έκλαψε, έκλαψε όσο δεν είχε ξανακλάψει, έκλαψε τόσο που στο τέλος δάκρυσε αίμα και ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του απο το πουθενά ένα μωρό.
“Είμαι το τέρας” ούρλιαξε μπροστά του το μωρό, με την μωρουδιακή φωνούλα του και το Αγόρι στεκόταν εκεί σαστισμένο χωρίς να ξέρει τί να κάνει.
“Μα πως γινεται να είσαι το τέρας;” αποκρίθηκε, εσύ είσαι απλά ένα μωρό σήκω φύγε τώρα απο μπροστά μου αρκετές σκοτούρες έχω.
“ΕΙΜΑΙ ΤΟ ΤΕΡΑΣ” τσίριξε ακόμα πιο δυνατά το μωρό, σχεδόν κλαίγοντας αυτή τη φορά και απαιτώντας απο το Αγόρι να το πιστέψει.
Το αγόρι γέλασε. Το μωρό έβαλε τα κλάματα. Το Αγόρι το πήρε αγκαλιά. Το μωρό ηρέμησε.
“Ώστε εσύ είσαι αυτός ο τύραννος που μου έχει γαμήσει τη ζωή τόσα χρόνια;” ρώτησε το Αγόρι χωρίς να περιμένει ιδιάιτερα απάντηση από το μωρό καθώς αυτό κοιμόταν το πιο γαλήνιο ύπνο της ζωής του.
Το αγόρι κοιμηθηκε με το μωρό στην αγκαλιά του και αλήθεια δε θυμόταν να έχει ξανακάνει πιο όμορφα όνειρα.
Όταν και οι δύο ξυπνησαν, έδωσαν μια υπόσχεση ,μια στο τόσο το Αγόρι θα αγκάλιαζε το
Μωρό-Τέρας και αυτό θα τον άφηνε ήσυχο σαν καλό Τερατάκι που ήταν.
Και αυτή ήταν μια τίμια Υπόσχεση, δε νομίζεις;
Και αυτό δεν είναι ένα γαμημένο παραμύθι.

Ακάλυπτοι

Οι ακάλυπτοι στις πολυκατοικίες
κρατούν τα πια καλά κρυμμένα μυστικά
είναι μικρές εξορίες για αυτοχειρίες
που αναβλήθηκαν
Περνά η σκουπουδιάρα
περνά και παίρνει
Συνθλίβει της μέρας μου τα απωθημένα
Τα σκουπίδια μου
Το τραγούδι του τριζονιού
την πιο καλή παρέα μου δηλαδή
Τούτη τη νύχτα
μάλλον όλες τις νύχτες
που'θελα απλά νά'μαι εξόριστος
και διάφανος
λίγο πριν γίνω
κάτι σαν άνθρωπος
Και ζήσω

Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2018

Τίαρλεςς

Έχω συλλέξει κάτι δάκρυα στο φλασκί μου
προνόησα για τις μέρες της μεγάλης ξηρασίας
γιατί τέτοιος είμαι
γιατί δυστυχώς με ξέρω
ξέρω πως είναι το κενό
να γεμίζει κάθε κυβικό εκατοστό
το μουδιάσματός σου
οι μέρες να περνάνε
σαν γκιλοτίνα πάνω από το λαιμό σου
και ένας δήμιος
με μάσκα το παιδικό σου πρόσωπο
να γελάει
να γελάει
και να κρύβεται

δεν ξέρω τί είναι πιο τρομαχτικό
η απομόνωση στον ιστό της αράχνης
ή να μη με συγκινεί το θαύμα
της ιριδίζουσας πεταλούδας
καθώς ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μου
και εγώ να στρέφω το βλέμμα πιο μακριά
πιο μακριά
στην κοιλάδα του Τίποτα

Μου είπαν ότι πρέπει να χαμογελώ
λίγο παραπάνω
γιατί μου δωσε γλωσσόφιλο ο Χάρος
και αποφάσισε να μην με πάρει
τους είπα ότι πρεπει να κλαίνε
λιγό παραπάνω
γιατί αν το μάτι ξεραθεί
καταντάς να γυρνάς με ένα φλασκί
στην κωλότσεπη
σαν και μένα
Μα δε γαμιέται
δε θα πεθάνουμε κι’όλας
στην υγειά μας
ρίχνω δυο σταγόνες στα χείλη
ίσα ίσα
να ραγίσει λίγο η τσιμεντίλα
κοίτα τώρα πόσο πιο μαλακά γίναν
χαμογελώ
μπορεί να μην ξεδίψασα
αλλά είναι και αυτό μια αρχή
θα το πιάσω το μαλακισμένο με τη μάσκα
και θα του χαμογελώ μέχρι να σπάσει

Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018

Ακροθάφτες Του Ονείρου


Είδα στον ύπνο μου τους γονείς μου
έτρεχαν ανέμελοι πάνω σε μια διάφανη πεδιάδα
ερημιά, νηνεμία, τριγύρω ψυχή
λες και ο χρόνος υποκλινόταν
στον εκστασιασμό της στιγμης
κρατούσαν μόνο έναν κόκκινο πάσσαλο
αστραπιαία και κρατώντας τον μαζί
τον κάρφωσαν στο διάφανο έδαφος

Απ’τις ρωγμές τριγύρω αναρριχήθηκε ένα δάκρυ
όχι λύπης, όχι
μα αυτό το δάκρυ της πληρότητας
το πηραν ευλαβικά στις χούφτες τους και ήπιαν
ξεδίψασαν
ύστερα εξαφανίστηκαν απο την εικόνα

Δεύτερο πλάνο
ένα μωρό ισορροπημένο τέλεια πάνω στον κόκκινο πασσαλο
μα στάσου λίγο, αυτός είναι ομφάλιος λώρος
το κλάμα του αντανακλάται στην πεδιάδα της ζελατίνας
φτάνει στο πέρα
και το φορά η μεγάλη άρκτος
το αρκουδάκι του στην αγκαλιά του
ο κοινωνός των ονείρων του
ο πρώτος του φίλος

πλάνο τρίτο
ένας γαλάζιος πάσσαλος ξεφυτρώνει
κάπου στην πεδιάδα
ιδανικά μακριά
πολύ μακριά, απ´το μωρό
και πάνω του ξαποσταίνει
ένα άλλο ζαρωμένο μωρό
με αραιές τρίχες λευκές
και ρυτίδες ρυάκια που μέσα τους ταξιδεύουν
χάρτινα καραβάκια

απ’τις ρωγμές τριγύρω αναρριχήθηκε ένα δάκρυ
όχι λύπης, όχι
μα αυτό το δάκρυ της πληρότητας
και φύσηξε αέρας και το πήγε στο μωρό
και εκατσε πάνω στο τριτο του μάτι
το μάτι ξεδίψασε και ηρέμησε
το μωρο σταμάτησε να κλαίει
χαμογέλασε
το αρκουδάκι ξανάγινε αστερισμός
έπειτα πάλι
παντού σιωπη

πλάνο τέταρτο
η ασημένια κλωστη ξεκινάει το ταξίδι της
απο την κορυφή του κόκκινου πασσάλου
στην κορυφή του γαλάζιου
το μωρό δεν ενοχλείται ιδιαίτερα
κάτι όμορφο ονειρεύεται
ο γέροντας το ίδιο
οι πάσσαλοι ενώνονται
μα ο ένας δε ξέρει την ακριβή τοποθεσία του άλλου
τα ρολογια ξεκινούν
ο χρόνος μετράει

πλάνο πέμπτο
να’μαι και γώ
πως βρέθηκα εδώ
κοιτώ τριγύρω και βλέπω και άλλους ακροβάτες
πάσσαλοι ξεφυτρωνουν παντού
προσπαθώ να ισορροπήσω
πάνω σε μια αχανή ασημένια κλωστή
να πάω μπροστά
να πάω πίσω;
δε γνωρίζω

κοιτάω κάτω
τέρμα τα πλάνα
το έδαφος διάφανο
ο κερατοειδής χιτώνας του θεού
με κάθε γέννηση
με κάθε θάνατο
εκείνος κλαίει
και εμείς
ακροβατούμε πάνω στο μάτι του

είδα στον ύπνο μου το μάτι του θεού
και είχα τα μάτια μου κλειστά.