Τετραγωνίζω τον κύκλο με τις ανάσες μου Η πίεση στο προμετωπιαίο λοβό είναι μια προσπάθεια επικοινωνίας και αυτή σε ένα σύμπαν βαρυ που απορρίπτει την κίνηση μες στην πλήρη ακινησία του Ξεφυσω τους τυφώνες μου που σηκώνουν πολιτείες στο διάβα τους Αποφεύγω τις εικόνες με χειροπιαστό καταναγκασμο Μέτρα ως το εννιά Μύες,αγγεία, τένοντες σε πλήρες κρεσέντο η πένα ροδανι γράφει όσα το λεκτικό αρνείται απασχολημένο σε μορφασμους Το γράψιμο με σώζει είναι πολεμιστής και ειρηνοποιός μαζί διπλωμάτης και σαμποτερ επαναδιατυπωνει τις συνθήκες Σε τρίτο χρόνο όλα λειανθηκαν πια Ρεω, δε γρατζουνω είμαι μετάξι με τραχύ ιστορικό μα δε με πειράζει, κατάφερα και σώθηκα
Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2023
Παρασκευή 22 Μαΐου 2020
Νυχτοπεταλούδα
Άνοιξα τα μάτια μου η σιωπή του κόσμου ήρθε και θρόνιασε στο γιατί της πρώτης μου ανάσας
Ο λάκος στο κρεβάτι μου πομπώδης και μαύρος
ο λύκος το ίδιο
Αναρριχώμαι σαν κισσός μέχρι το μπάνιο
Κοιτάζω στον καθρέφτη ένα δίσκο με το κεφάλι μου απάνω
Η βρύση στάζει μοιρολόγια κάθε σταγόνα και ένας αποχαιρετισμός
Αμάν αμάν
εξαγνίζω το πρόσωπό μου με απώλεια να κυλήσει κάτι στους παραπόταμους στο δέρμα μου
Χαμογελώ στη νυχτοπεταλούδα πλάι στην πετσέτα
είναι συγκάτοικος πια
Ακίνητη και γκρί με αγκαλιάζει όλος ο συμβολισμός -κάτι κινείται
Χαμογελώ πλατύτερα και η κρούστα στα χείλη σπάει ευωδιάζει το σπίτι κονιάκ και τριαντάφυλλο
Έχω ξεχάσει πως με λένε
Έχω ξεχάσει πώς με λένε
Έχω ξεχάσει
Πώς με λένε;
Καφέ.
Ντουλάπι ανοίγω, βγάζω κούπα ντουλάπι κλείνω, το ξανανοίγω
άντε γαμήσου συμμετρία.
Κουτάλι ψάχνω , κοιτώ τριγύρω, κουτάλια στα άπλυτα πολλά
άντε γαμήσου νοικοκυροσύνη
Τα πηρούνια είναι κουτάλια στα νιάτα τους και σήμερα νιώθω πιο νέος
Δύο πηρουνιές ζάχαρη και μια καφέ
Ανοίγω βραστήρα νομίζω πως έχω πυρετό τρέχω στο μπάνιο να βάλω το θερμόμετρο η νυχτοπεταλούδα τρομάζει πετάει ανοίγω ντουλάπι βρίσκω θερμόμετρο το βάζω ενάμιση λεπτό μπιπ-μπιπ τριανταπέντε και εννιά όσα τα χρονια μου
γελώ
Πάω να κλείσω ντουλάπι άντε γαμησου ντουλαπι έχω ξεχάσει ανοιχτό το βραστήρα και έχει χαλάσει το αυτόματο κλείσιμο κάνω αλμα ως την κουζίνα.
Ατμοί ατμοί παντού ατμοί
μα το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα
άντε γαμήσου κλάμα
άντε γαμήσου παράδεισε
πιάνω τον βραστήρα να φτιάξω το ελιξίριο.
Δίπλα του κείτεται η νυχτοπεταλούδα
Ανάποδα, νωπή, ακίνητη- κάτι μέσα μου σπάει
Ψάχνω συγκάτοικο.
Ο λάκος στο κρεβάτι μου πομπώδης και μαύρος
ο λύκος το ίδιο
Αναρριχώμαι σαν κισσός μέχρι το μπάνιο
Κοιτάζω στον καθρέφτη ένα δίσκο με το κεφάλι μου απάνω
Η βρύση στάζει μοιρολόγια κάθε σταγόνα και ένας αποχαιρετισμός
Αμάν αμάν
εξαγνίζω το πρόσωπό μου με απώλεια να κυλήσει κάτι στους παραπόταμους στο δέρμα μου
Χαμογελώ στη νυχτοπεταλούδα πλάι στην πετσέτα
είναι συγκάτοικος πια
Ακίνητη και γκρί με αγκαλιάζει όλος ο συμβολισμός -κάτι κινείται
Χαμογελώ πλατύτερα και η κρούστα στα χείλη σπάει ευωδιάζει το σπίτι κονιάκ και τριαντάφυλλο
Έχω ξεχάσει πως με λένε
Έχω ξεχάσει πώς με λένε
Έχω ξεχάσει
Πώς με λένε;
Καφέ.
Ντουλάπι ανοίγω, βγάζω κούπα ντουλάπι κλείνω, το ξανανοίγω
άντε γαμήσου συμμετρία.
Κουτάλι ψάχνω , κοιτώ τριγύρω, κουτάλια στα άπλυτα πολλά
άντε γαμήσου νοικοκυροσύνη
Τα πηρούνια είναι κουτάλια στα νιάτα τους και σήμερα νιώθω πιο νέος
Δύο πηρουνιές ζάχαρη και μια καφέ
Ανοίγω βραστήρα νομίζω πως έχω πυρετό τρέχω στο μπάνιο να βάλω το θερμόμετρο η νυχτοπεταλούδα τρομάζει πετάει ανοίγω ντουλάπι βρίσκω θερμόμετρο το βάζω ενάμιση λεπτό μπιπ-μπιπ τριανταπέντε και εννιά όσα τα χρονια μου
γελώ
Πάω να κλείσω ντουλάπι άντε γαμησου ντουλαπι έχω ξεχάσει ανοιχτό το βραστήρα και έχει χαλάσει το αυτόματο κλείσιμο κάνω αλμα ως την κουζίνα.
Ατμοί ατμοί παντού ατμοί
μα το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα
άντε γαμήσου κλάμα
άντε γαμήσου παράδεισε
πιάνω τον βραστήρα να φτιάξω το ελιξίριο.
Δίπλα του κείτεται η νυχτοπεταλούδα
Ανάποδα, νωπή, ακίνητη- κάτι μέσα μου σπάει
Ψάχνω συγκάτοικο.
Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020
Ανοσία
Έβρεχε οξύ από τα σύννεφα
οι κάτοικοι κάκτοι που έλιωναν
κάποιοι έτρεχαν στα καταφύγια
μα εμείς είχαμε πάθει ανοσία
οι κάτοικοι κάκτοι που έλιωναν
κάποιοι έτρεχαν στα καταφύγια
μα εμείς είχαμε πάθει ανοσία
Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020
πέντε μικρές αυταπάτες
Χάιδεψα σήμερα δυο γατάκια
Το ένα το λέγαν σκούπα
Το άλλο το λέγαν σβούρα
Η μάνα τους ήταν δέντρο
___________________________
Ο χρόνος το σπιρτόκουτο
και η μοναξιά το σπίρτο
βάζω φωτιά στους χάρτες μου
και βαφτίζω τις στάχτες πατρίδα
____________________________
Καμπαναριό Ιερό
είχε κούνιες αντί για καμπάνες
____________________________
Με ρώτησες τι είναι ο έρωτας
Σου απάντησα :
Να θέλεις να πεθάνεις για να μπορέσεις να ζήσεις ως ανάμνηση
μέσα της
Το ένα το λέγαν σκούπα
Το άλλο το λέγαν σβούρα
Η μάνα τους ήταν δέντρο
___________________________
Ο χρόνος το σπιρτόκουτο
και η μοναξιά το σπίρτο
βάζω φωτιά στους χάρτες μου
και βαφτίζω τις στάχτες πατρίδα
____________________________
Καμπαναριό Ιερό
είχε κούνιες αντί για καμπάνες
____________________________
Με ρώτησες τι είναι ο έρωτας
Σου απάντησα :
Να θέλεις να πεθάνεις για να μπορέσεις να ζήσεις ως ανάμνηση
μέσα της
[Η αλλιώς: περιμένουμε να γίνουμε ανάμνηση για να υπάρξουμε πραγματικά]
_______________________________________________________________
Ήταν λαγός και φορούσε κοκκαλάκι της νυχτερίδας
Ήταν νυχτερίδα και φορούσε λαγοπόδαρο
Ήταν νυχτερίδα και φορούσε λαγοπόδαρο
Αυτός ο έρωτας ήταν καταδικασμένος εξ' αρχής
_________________________________________
_________________________________________
Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020
Απορίες
Ω, σφυρήλατη ευγνωμοσύνη μου
πόσα χτυπήματα χρειάστηκαν
για να σε κάνουν εύμορφη;
πόσα χτυπήματα χρειάστηκαν
για να σε κάνουν εύμορφη;
Ω, αστείρευτη φαντασία μου
με πόσους τρόπους/σε πόσους τόπους
μπόλιασα με ρ
το χώμα
χρώμα να γίνει;
με πόσους τρόπους/σε πόσους τόπους
μπόλιασα με ρ
το χώμα
χρώμα να γίνει;
Ω, παράλυτα άκρα μου
ποιοί άνεμοι σας στροβίλισαν
μέχρι να προσγειωθείτε
αξίωμα πια:
"οι πιο μεγαλειώδεις σονάτες παίζονται με τσακισμένα δάχτυλα";
ποιοί άνεμοι σας στροβίλισαν
μέχρι να προσγειωθείτε
αξίωμα πια:
"οι πιο μεγαλειώδεις σονάτες παίζονται με τσακισμένα δάχτυλα";
Ω, ανήλικες προσδοκίες μου
σε ποιάν αρένα σφαγιαστήκατε
άδοξα
από το το σύγχρονο ψηφιακό Ηρώδη;
σε ποιάν αρένα σφαγιαστήκατε
άδοξα
από το το σύγχρονο ψηφιακό Ηρώδη;
Ω, τυφλοί μου άπιστοι οφθαλμοί
σε ποια κολυμβήθρα βαφτιστήκατε
απ' τα χρυσά μαλλιά της
ως ότου γεννηθεί
το πρώτο φως;
σε ποια κολυμβήθρα βαφτιστήκατε
απ' τα χρυσά μαλλιά της
ως ότου γεννηθεί
το πρώτο φως;
Ω, αναποφάσιστο μου ωμέγα
είκοσι τρεις κωλοτούμπες
ή ενα άλμα γενναίο
θα χρειαστεί
για να κλείσει αυτός ο κύκλος;
είκοσι τρεις κωλοτούμπες
ή ενα άλμα γενναίο
θα χρειαστεί
για να κλείσει αυτός ο κύκλος;
Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2020
Στη γειτονίτσα
Σε κάθε σοκάκι της γειτονιάς
βρίσκεται ένα δεκάλεπτο πεταμένο
τα τρύπια πορτοφόλια
ραμμένα από ισχνές αγελάδες
έχουν στη θέση για τα ψιλά
ένα μονάχα δανεικό χαμόγελο
Σηκώνω το κεφάλι
και προσπερνώ
στο δίπλα παγκάκι
κοιμάται μια σκιά αφορισμένη
χωρίς σώμα
φορτωμένη
μια πανσέληνο
και ένα κομμάτι χτεσινό
μπαγιάτικο ψωμί
παραπατάω
Απ'τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων
ξεχειλίζει μανιασμένα
το κύκνειο άσμα
των αλόγων
Είμαι τάβλα στην άσφαλτο
και κοιτάω τον ουρανό
στα πιλοτήρια των αεροπλάνων
αντηχούν τα τιτιβίσματα
των πρώτων φυλακισμένων
πτηνών
Αιμορραγώ
Στα σχέδια των αρχιτεκτόνων
αχνοφαίνονται τα σπήλαια
που μας προστάτευαν από τα νύχια
των αρπακτικών
έχω εκδορές
σε όλη την ύπαρξη
βρίσκεται ένα δεκάλεπτο πεταμένο
τα τρύπια πορτοφόλια
ραμμένα από ισχνές αγελάδες
έχουν στη θέση για τα ψιλά
ένα μονάχα δανεικό χαμόγελο
Σηκώνω το κεφάλι
και προσπερνώ
στο δίπλα παγκάκι
κοιμάται μια σκιά αφορισμένη
χωρίς σώμα
φορτωμένη
μια πανσέληνο
και ένα κομμάτι χτεσινό
μπαγιάτικο ψωμί
παραπατάω
Απ'τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων
ξεχειλίζει μανιασμένα
το κύκνειο άσμα
των αλόγων
Είμαι τάβλα στην άσφαλτο
και κοιτάω τον ουρανό
στα πιλοτήρια των αεροπλάνων
αντηχούν τα τιτιβίσματα
των πρώτων φυλακισμένων
πτηνών
Αιμορραγώ
Στα σχέδια των αρχιτεκτόνων
αχνοφαίνονται τα σπήλαια
που μας προστάτευαν από τα νύχια
των αρπακτικών
έχω εκδορές
σε όλη την ύπαρξη
και έπειτα υπάρχεις και συ
ένας καθρέφτης
και ένα κερί που τε
λιώνει
Και οι κανόνες είναι οι εξής:
Πρέπει να βρεις ποιος είναι
το είδωλο
και ποιός
Ο παρατηρητής
ένας καθρέφτης
και ένα κερί που τε
λιώνει
Και οι κανόνες είναι οι εξής:
Πρέπει να βρεις ποιος είναι
το είδωλο
και ποιός
Ο παρατηρητής
Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2020
Φράκταλ
Εκεί που θα έπρεπε
να είναι η καρδιά μου
βρίσκεται μια φυλακή
που είναι μέσα σε ένα τρένο
που κινείται σε ράγες
πάνω σε λασπόνερα
και εκεί που θα έπρεπε
να είναι η καρδιά του οδηγού
βρίσκεται μια φυλακή
που είναι μέσα σε ένα τρένο
που κινείται σε ράγες
πάνω σε λασπόνερα
Άπειρα τα τρένα
άπειροι οι οδηγοί
οδηγός και γω στο τρένο
κάποιου άλλου
άφαντη η αγάπη
και μόνη σταθερά
η λάσπη
να είναι η καρδιά μου
βρίσκεται μια φυλακή
που είναι μέσα σε ένα τρένο
που κινείται σε ράγες
πάνω σε λασπόνερα
και εκεί που θα έπρεπε
να είναι η καρδιά του οδηγού
βρίσκεται μια φυλακή
που είναι μέσα σε ένα τρένο
που κινείται σε ράγες
πάνω σε λασπόνερα
Άπειρα τα τρένα
άπειροι οι οδηγοί
οδηγός και γω στο τρένο
κάποιου άλλου
άφαντη η αγάπη
και μόνη σταθερά
η λάσπη
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)