Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

1 ~Μανιφέστο~



Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μικρός ,τόσο μικρός που να χωράω στα ανόητα μεγάλα κούφια λόγια
που ξεστόμισα μεγάλος//
Όταν ξεφουσκώσω μνήμες, μπαλόνι θέλω να έχω υπάρξει
Ένα τεράστιο περήφανο,ολοστρόγγυλο μπαλόνι  που τό'σκασε  απ'τα χέρια πεντάχρου παιδιού σε λούνα-παρκ /
για να δει τον κόσμο απο ψηλά,
λίγο πριν το συνθλίψει η ατμοσφαιρική πίεση, πανυγηρικά..
'Οταν με υιοθετήσει η Αναρχία,  ατμοσφαιρική πίεση να μη θέλω να γίνω/ γιατί καμιά άλλη πίεση δε θα μού'χει απομείνει.
Οι αόρατοι βούρδουλες εξατμίζονται πέντε λεπτά μετά τη βροχή.
Όταν ξεβάφω γκρί,
θέλω να είμαι το πιό έντονο μπλέ για τους τυφλούς
και το πιό πορφυρό κόκκινο για τους ανέραστους.
Όταν ματώσω πλήξη, θέλω το οινόπνευμά μου να έχει περισσότερα λευκά αιμοσφαίρια από το αίμα μου
και 40% αλκοόλη/
για να μεθάω τους αποστειρωμένους καθωσπρέπει .
Όταν ξεχειλίζω αμαρτία, δε θέλω ημίμετρα,
θέλω να είμαι το αφορισμένο, αβάφτιστο νεογνό /
Αυτό που βλέπουν οι κυράδες και σταυροκοπιόνται
γιατί το ανεξερεύντητο,
σατανικό  τους το έχουν ερμηνεύσει .Ρασοφόροι εγκληματίες,προδότες του μαύρου.
Οταν ξαναπώ ''όταν'' θέλω να με σκοτώσω.
Θέλω να εφεύρω μια μηχανή που να ξαναφέρει στη ζωή φίλους που δε γνώρισα ποτέ
Νίτσε,Μπουκόφσκι,Θορώ,Καμύ και πόσους άλλους/
 που καραδοκούν ανάμεσα στο κούφιο ταβάνι σου και το ασύλληπτο του ουρανού.Φίλοι.
'Οταν..Ωχ.
Με σκότωσα.
Αλλά τουλάχιστον έζησα/
όταν πέθανα είχα πολλά ζήσει,
είχα;/
Πολλά περισσότερα από όσα προσδοκούσα.
Καί κάτι στίχους περίσσεμα από όσους νόμιζα ότι αντεχω
Και ξαποσταίνω στην ανάσα του προδότη πέντε 'αχ' πριν την ισοπέδωση του Κυρίου,{πόνος και γέλιο μαζί αλλά μην φτάσει παραπέρα}
γιατί τα πιο ανοιξείδωτα καρφιά βρωμοκοπάνε τη σήψη της αιωνιότητας.
Ψαχουλεύω ανάμεσα σε παιχνίδια,
θανατηφόρα φλογοβόλα μανταλάκια,
σε μπουγάδες των φαντασμάτων του χτές.
Μπαινω λίγο λίγο μέσα σου και ξαναβγαίνω, αλλά κατάληψη έξω σου κάνω/
με τη μορφή καυσαερίου και συ πνίγεσαι σε μια νάυλον σακούλα γεμάτη κάρβουνα απο καμμένες υποσχέσεις .
Η φωτιά ρέει σαν νερό στον κόσμο μου/ μικροί τετράποδοι νευρώνες μυρηκάζουν χωρίς τσοπάνι στα βοσκοτόπια της απέραντης αξιακής αγραμματοσύνης μου.
Πέφτω στο κενό μέσα και αφήνομαι στο ρεύμα της ασυνέχειας.
Αυτή ξέρει.
Εμπιστεύομαι αυτο που δεν έχει ειπωθεί
γιατί από το αυτί στο στόμα/ μια προδοσία δρόμος
και πράττω αυτά που φοβάμαι και ας έχω το φόβο μεγάλο αδερφό.
Αν ποτέ υποταχτώ σε κάτι θα είναι σε αυτό που έχει αποποιηθεί την υποταγή
όχι για να το μολύνω με αυτό που δεν γνώρισε ποτέ.
αλλά για να καταλάβει πως αποφάσισε σωστά.
Η λογική,η συνοχή,με τρελαίνουν γιατί είναι η μία όψη του νομίσματος που νόμιζα πως είχα,
μέχρι που μια μέρα ψαχουλεύοντας τις τσέπες μου χαρμάνης είδα και την άλλη.
Αλλά το έδωσα σε ένα ζητιάνο.
και τώρα ξεφορτώθηκα το νόμισμα/
και το καλύτερο;
Συνειδητοποίησα πως δεν το είχα ανάγκη.Ποτέ
''Υπάρχω'' δήλωσε βαρύγδουπα η μυική μου σύσπαση μόνο και μόνο για να εδραιώσει το λόγο ύπαρξής της σε ένα δικαστήριο με σπασμένα έδρανα εγκεφαλικά ανάπηρων ενόρκων..
και ένα ξύλινο σφυρί με πάρκινσον
να αναγγέλει την ετυμηγορία με στόμφο και κύρος άνοιωθου δικαστή της ύπαρξης.
ΕΝΟΧΟ με έκρινε η εντροπία γιατί τόλμησα να την επαναπροσδιορίσω
Και το υπέρτατο φαλιμέντο δακρύων παθητικού κατα τα άλλα κοινού
στο πιο ξέφρενο πανηγύρι υποκρισίας.
Βάνδαλος στιγμών γιατί τις πόνεσα όσο κανείς..
Δεν ορκίζομαι!~
Βιαστής καθωσπρέπει κομφορμισμών..
Ισόβια!~
Ατιθάσευτος νους σε γρανάζια συνθηκών.
Στα κάτεργα!~
Ψυχασθενής σε φρενάδικο λόγιων λογικών
και νοσταλγός μελομένων μελλόμενων φιλιών...
Διαρρήκτης της καθημερινότητας με λοστό απο γραφίτη.
Καμμένα αποτυπώματα Ναι τα΄λιωσα απ΄τα στριφτά μου.
Ένοχος.Ένοχος.Ένοχος.
Καπνιστής διαύγειας και σε πνίγω με τον καπνό μου - Χειροτερέυω τη θέση μου
Πότης αλήθειας
Σφίξτε τα δεσμά του! ~
Καταδότης προδοτών
θα σου σφυρίξω τρείς φορές κλέφτικα
και θα γίνω η λαιμητόμος σου..
Εκτελέστε τον!~
Έτσι θα σε μυήσω στη ζωή.
Μπλέ κάφτρες, άγουρες παρθένες, σβήνουν στο δέρμα της ξάδερφης ενδορφίνης.
Αυτής που βιάστηκε από τον  πατέρα τεστοστερόνη.
Η αδερφή της σεροτονίνη, πενθεί και κόβει της φλέβες της
ενώ η ντοπαμίνη ,
ο μικρός της αδελφός μεθά ακόμα
καταλαγιάζοτας το θυμό σε φτηνιάρικα μπάρ που συχνάζουν πουτάνες νωθείες.
Οι ψυχολόγοι σκίσαν τα πτυχία τους όταν ο θεός έχυσε στο πρόσωπό τους/
και με βλέμμα όλο ντροπή κάναν κλύσμα τη βιβλιογραφεία τους γαστρεντερικά.
Οι αρχές βάλανε τέλη
κυκλοφορίας στο πόσο αίμα κυκλοφορά στην καρδιά πριν ξεχειλίσσει πόνο κόκκινο.
οι γιατροί σήκωσαν τα πόδια ψηλά,
γιατί με τα χέρια τους κράταγαν νυστέρια που έκοβαν τα βλέφαρά τους μη τυχόν και χάσουν καρέ.
Οι δικαστές ταυτίστηκαν.
οι πολιτικοί αυτοκτόνησαν
γιατί ήταν δικό τους παιδί/
και μόλις.... συνειδητοποίησαν τί είχαν κάνει.
Γεννηθηκα απο την ενωση Φωτιας και Νερου.
Ειμαι απογονος μια συνουσιας που κυοφορησε ο Αερας και φιλοξενησε το Χωμα.
Κυοφορηθηκα ενα δευτερολεπτο στα εγκατα του χωροχρονου.
Μεσα σε αυτο το δευτερολεπτο περιπλανηθηκα.Μαζι με αλλους.
Νοθους νομαδες,παρανομους γονους,γυρισαμε ολο το Κενο και επιστρεψαμε.
Πηγαμε εκει που τα δευτερολεπτα κρατανε οσο οι ανθρωπινες ζωες σας.
Ειμαστε Αβαφτιστοι γιατι το Νερο μας αρνειται να υποταχτει σε ανθρωπινες ανασφαλειες.
Ειμαστε δια Πυρος Σφυρηλατημενοι και αλοιμονο σε οποιον τολμησει τη Φλογα μας να περιπαιξει.
Εκπνεουμε και πανηγυριζουμε την Ανασα μας ετσι απλα, καθως γινομαστε η μανια της Φυσης.
Στο Χωμα δεν παταμε.
Αιωρουμαστε απο Ονειρο σε Ονειρο,απο Αληθεια σε Αληθεια,απο Ερωτα σε Ερωτα.
Ειμαστε οι Αναλαμπες σας,οι πιο ονειρικες Στιγμες σας,οι Υπερβατικοι Εαυτοι σας.
Ειμαστε αλαφροισκιωτα 'Θελω' και εκτοπιζουμε  βαρυγδουπα 'Πρεπει'.
Απατριδες γιατι τα συνορα του Νου μας πνιγουν.
Αφοσιωμενοι Εξερευνητες του Τιποτα.
Εκστασιασμενοι Εραστες του Ενα.
Εξεγερμενοι και Αποφασισμενοι.
Να Ζουμε ΑΕΝΑΑ.
δορίαιχμος

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

Νόμισ{μ}α

Και ξαποσταίνω στην ανάσα του προδότη πέντε 'αχ' πριν την ισοπέδωση του Κυρίου,{πόνος και γέλιο μαζί αλλά μην φτάσει παραπέρα}
γιατί τα πιο ανοιξείδωτα καρφιά βρωμοκοπάνε τη σήψη της αιωνιότητας.
Ψαχουλεύω ανάμεσα σε παιχνίδια,
θανατηφόρα φλογοβόλα μανταλάκια,
σε μπουγάδες των φαντασμάτων του χτές.
Μπαινω λίγο λίγο μέσα σου και ξαναβγαίνω, αλλά κατάληψη έξω σου κάνω/
με τη μορφή καυσαερίου και συ πνίγεσαι σε μια νάυλον σακούλα γεμάτη κάρβουνα απο καμμένες υποσχέσεις .
Η φωτιά ρέει σαν νερό στον κόσμο μου/ μικροί τετράποδοι νευρώνες μυρηκάζουν χωρίς τσοπάνι στα βοσκοτόπια της απέραντης αξιακής αγραμματοσύνης μου.
Πέφτω στο κενό μέσα και αφήνομαι στο ρεύμα της ασυνέχειας.
Αυτή ξέρει.
Εμπιστεύομαι αυτο που δεν έχει ειπωθεί
γιατί από το αυτί στο στόμα/ μια προδοσία δρόμος
και πράττω αυτά που φοβάμαι και ας έχω το φόβο μεγάλο αδερφό.
Αν ποτέ υποταχτώ σε κάτι θα είναι σε αυτό που έχει αποποιηθεί την υποταγή
όχι για να το μολύνω με αυτό που δεν γνώρισε ποτέ.
αλλά για να καταλάβει πως αποφάσισε σωστά.
Η λογική,η συνοχή,με τρελαίνουν γιατί είναι η μία όψη του νομίσματος που νόμιζα πως είχα,
μέχρι που μια μέρα ψαχουλεύοντας τις τσέπες μου χαρμάνης είδα και την άλλη.
Αλλά το έδωσα σε ένα ζητιάνο.
και τώρα ξεφορτώθηκα το νόμισμα/
και το καλύτερο;
Συνειδητοποίησα πως δεν το είχα ανάγκη.Ποτέ
δορίαιχμος

'Οταν

Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μικρός ,τόσο μικρός που να χωράω στα ανόητα μεγάλα κούφια λόγια
 που ξεστόμισα μεγάλος//
Όταν ξεφουσκώσω μνήμες, μπαλόνι θέλω να έχω υπάρξει
Ένα τεράστιο περήφανο,ολοστρόγγυλο μπαλόνι  που τό'σκασε  απ'τα χέρια πεντάχρου παιδιού σε λούνα-παρκ /
για να δει τον κόσμο απο ψηλά,
λίγο πριν το συνθλίψει η ατμοσφαιρική πίεση, πανυγηρικά..
'Οταν με υιοθετήσει η Αναρχία,  ατμοσφαιρική πίεση να μη θέλω να γίνω/ γιατί καμιά άλλη πίεση δε θα μού'χει απομείνει.
Οι αόρατοι βούρδουλες εξατμίζονται πέντε λεπτά μετά τη βροχή.
Όταν ξεβάφω γκρί,
θέλω να είμαι το πιό έντονο μπλέ για τους τυφλούς
και το πιό πορφυρό κόκκινο για τους ανέραστους.
Όταν ματώσω πλήξη, θέλω το οινόπνευμά μου να έχει περισσότερα λευκά αιμοσφαίρια από το αίμα μου
 και 40% αλκοόλη/
 για να μεθάω τους αποστειρωμένους καθωσπρέπει .
Όταν ξεχειλίζω αμαρτία, δε θέλω ημίμετρα,
θέλω να είμαι το αφορισμένο, αβάφτιστο νεογνό /
Αυτό που βλέπουν οι κυράδες και σταυροκοπιόνται
 γιατί το ανεξερεύντητο,
σατανικό  τους το έχουν ερμηνεύσει .Ρασοφόροι εγκληματίες,προδότες του μαύρου.
'Οταν ξαναπώ ''όταν'' θέλω να με σκοτώσω.
Θέλω να εφεύρω μια μηχανή που να ξαναφέρει στη ζωή φίλους που δε γνώρισα ποτέ
Νίτσε,Μπουκόφσκι,Θορώ,Καμύ και πόσους άλλους/
 που καραδοκούν ανάμεσα στο κούφιο ταβάνι σου και το ασύλληπτο του ουρανού.Φίλοι.
'Οταν..Ωχ.
Με σκότωσα.
Αλλά τουλάχιστον έζησα/
 όταν πέθανα είχα πολλά ζήσει,
είχα;/
Πολλά περισσότερα από όσα προσδοκούσα.
Καί κάτι στίχους περίσσεμα από όσους νόμιζα ότι αντεχω
δορίαιχμος

Βια -σμός

Μπλέ κάφτρες, άγουρες παρθένες, σβήνουν στο δέρμα της ξάδερφης ενδορφίνης.
Αυτής που βιάστηκε από τον  πατέρα τεστοστερόνη.
Η αδερφή της σεροτονίνη, πενθεί και κόβει της φλέβες της
ενώ η ντοπαμίνη ,
ο μικρός της αδελφός μεθά ακόμα
καταλαγιάζοτας το θυμό σε φτηνιάρικα μπάρ που συχνάζουν πουτάνες νωθείες.
Οι ψυχολόγοι σκίσαν τα πτυχία τους όταν ο θεός έχυσε στο πρόσωπό τους/
και με βλέμμα όλο ντροπή κάναν κλύσμα τη βιβλιογραφεία τους γαστρεντερικά.
Οι αρχές βάλανε τέλη
κυκλοφορίας στο πόσο αίμα κυκλοφορά στην καρδιά πριν ξεχειλίσσει πόνο κόκκινο.
οι γιατροί σήκωσαν τα πόδια ψηλά,
γιατί με τα χέρια τους κράταγαν νυστέρια που έκοβαν τα βλέφαρά τους μη τυχόν και χάσουν καρέ.
Οι δικαστές ταυτίστηκαν.
οι πολιτικοί αυτοκτόνησαν
γιατί ήταν δικό τους παιδί/
και μόλις.... συνειδητοποίησαν τί είχαν κάνει.
δορίαιχμος

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Για πάντα

Πύρινη κόλαση πορτοκαλί και πορφυρή ,
καζάνια τριγύρω,
τράβα με έξω..
τράβα με έξω..
Πιάσε με απο τα μαλλιά και σύρε με εξω.
Βελόνες μου τρυπούν το κρανίο απο μέσα
όνειρα μισοβρασμένα,μισοωμά και εφιάλτες μάγειρες
με κατάλευκες ποδιές
να τηγανίζουν τους βολβούς των ματιών μου
προτηγανισμένες τις επιτυχίες μου σε φίλμ νουάρ να δω.
Ο διάολος είναι σινεφίλ και μάγειρας θεσπέσιος.
Πρεμιέρα που κρατά μέχρι να μαδήσω τρίχα-τρίχα το σκάλπ μου, κάθε τρίχα και μια βουτιά στον παράδεισο.
Μισοβγήκα.
Μια αιμάτινη στάμπα στο σεντόνι προβολής,καλύπτει τους υπότιτλους της παρθενιάς μου,
 ''Για πάντα !'' ούρλιαξα με χείλη,  στεγνά στο πρώτο μου χύσιμο.
Με κόρες ανάποδες τον θάνατο υποδέχτηκα  και ένα ''για πάντα'' γνώριμο,
σχεδόν πανομοιότυπο της καύλας.
Δακρύζω το μητρικό μου γάλα, για να ξεδιψάσω  τους μελλοθάνατους, που γλύφουν υστερικά τα κόκκαλα τους, να μαλακώσουν το μεδούλι.
Κάνει ζέστη στη κόλαση
και όμως έχει τόσο κρύο.
Σύρε με έξω
Έβρασε το σπέρμα μου σε θερμοκρασία ψηλότερη του νερού ,
να  χύσω λάβα τον κόσμο,μήπως εξαυλωθεί φλόγα την ύψιστη
μπας και σωθούμε.
Μα λίγο πρίν..
Να μαι πάλι,μια ανθρωπόμορφη, χάρτινη ιδέα  ύπαρξης αρχειοθετημένη απο νούμερα,σε κυβερνητικά τυπογραφεία,
Υποθήκη τη ζωή μου για δέκα ζωές,νοικιασμένα τα παιδιά μου.
 Ξεσκίζω τις σάρκες μου λεφτά να μοιράσω, να χορτάσουν πεθαμένους προέδρους οι φτωχοί .
Οι ξεχασμένοι σε συρτάρια που βρωμοκοπούν φορμόλη .
Οι αδικημένοι ,οι ξεχασμένοι, οι ταπεινοί , οι δούλοι , οι δειλοί.
Σε στοιβαγμένα προσεχτικά, σχεδόν ψυχαναγκαστικά, απο το θεό βαζάκια.
Κουτάκια, με ενέσιμους σταυρούς και κονσέρβες με πολτοποιημένες καρδιές,
έτοιμα τα φιξάκια του τέρατος.
Σουτάρω το είναι μου στις φλέβες σου,
 κρυφονοθεύω τη μαστούρα σου,όταν δε βλέπεις, για να πάς απο υπερβολική δόση αποδόμησης.
Μήπως και σε πιάσεις απο τα μαλλιά.
Μήπως και ξεράσεις το γάλα που σε κέρασα
 να επιπλεύσεις μέχρι πάνω στο συρτάρι.
Μήπως ακονίσεις το κουτάλι με τούτες  τις λέξεις
 και το ανοίξεις
 και ξεχυθείς στις κολάσεις.
Να γυρίσεις καζάνια ελεύθερε δούλε
Να γεμίσεις κόγχες ματιών με τα δικά σου μάτια,
δολοφόνε δαιμόνων
 των κακών τεχνών..
δορίαιχμος